Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

Αν τίποτα ποτέ δεν άλλαζε


Μια κούπα με ζεστή σοκολάτα, ένα κρύο χειμωνιάτικο απόγευμα. Στη γνώριμη πόλη μου, μέσα σε ένα πολυσύχναστο καφέ, αρχίζει μια συζήτηση με φίλους δίπλα σε άγνωστους θαμώνες. Μοιραζόμαστε σκέψεις, τακτοποιούμε ανησυχίες, σκεφτόμαστε αλλαγές και, φυσικά, σωπαίνουμε.
  Τελικά συνειδητοποιώ ότι οι σημαντικότερες στιγμές σε μια συζήτηση είναι οι σιωπές. Σιωπές. Αυτές οι πολύτιμες παύσεις, μικρές ή μεγάλες, που κρύβουν τόσα νοήματα, τόσα μυστικά, τόσα συναισθήματα.
  Σιωπές. Όσα δε λέγονται είτε γιατί δε βρίσκουν τον τρόπο, είτε γιατί δε βρίσκουν την ευκαιρία, είτε από φόβο για την αλλαγή που θα τις συνοδεύσει, αν γίνουν ήχοι και λόγια και καταθέσεις ψυχής.
  Συζητάμε για καθημερινά, απλά, βαρετά πολλές φορές ή κάπως ασήμαντα πράγματα και αφήνουμε στην άκρη άλλα, πολύ πιο σημαντικά, διστάζοντας να τα φανερώσουμε.
 Κι ενώ εκείνα που δε λέμε είναι αυτά που κυριαρχούν στη σκέψη μας, τα παραμερίζουμε και τα αγνοούμε, νομίζοντας ότι έτσι τα αποφεύγουμε και δε θα εμφανιστούν αργά ή γρήγορα μπροστά μας.
  Κάπου ανάμεσα στη συζήτηση, θυμάμαι έναν φίλο που μου είχε εμπιστευθεί πριν καιρό μια αγαπημένη του μαντινάδα. Έρχεται στο μυαλό μου το τελευταίο της δίστιχο. "[...] κι άνθρωπος που αγαπά κρυφά, μαραίνεται και λιώνει".
  Στρέφω το βλέμμα και παρατηρώ τα πρόσωπα των φίλων μου. Αναγνωρίζω δύο πρόσωπα που κρύβονται πίσω από τις σιωπές, που προστατεύονται κάτω από την ασφάλεια που τους προσφέρει η σταθερότητα της φύλαξης ενός μυστικού.
  Λες και κάτι φωτίζει ξαφνικά το σκοτάδι της σκέψης μου, καταλαβαίνω ότι και των δύο οι σιωπές οδηγούν στο ίδιο μονοπάτι. Μα εκείνοι δεν το γνωρίζουν. Και τα πρόσωπά τους το μαρτυρούν. Κι εγώ βρίσκομαι εκεί μονάχα σαν παρατηρητής, να νιώθω τις σιωπές τους και να τις ξεχωρίζω ανάμεσα στους υπόλοιπους ήχους γύρω μου.
  Η ώρα περνά και η συζήτηση για απόψε κοντεύει να τελειώσει. Λίγο αργότερα βρίσκομαι να χαιρετώ τους φίλους μου και φεύγω περπατώντας για το σπίτι. Καθώς επιστρέφω, αναρωτιέμαι τι τελικά συζητήσαμε σήμερα. Και η απάντηση που δίνω στον εαυτό μου είναι μονολεκτική. Τίποτα.
 Δεν άλλαξε τίποτα, δε μοιραστήκαμε τίποτα. Άλλη μια επανάληψη, άλλη μια συνάντηση που έμεινε στάσιμη. Κι εγώ μόνο παρατηρητής.   
Λίγο πριν φτάσω σπίτι μου, διαβάζω ένα φρεσκοβαμμένο σύνθημα στον τοίχο ενός ακατοίκητου σπιτιού κοντά στο δικό μου. "Αν τίποτα ποτέ δεν άλλαζε, δε θα υπήρχαν πεταλούδες".
  Δε χρειάστηκε να σκεφτώ τίποτα άλλο. Έπιασα το κινητό μου και κάλεσα έναν αριθμό.
Απόψε θα γινόμουν πεταλούδα.

                                                                                                                                        Ε.Ψ.

2 σχόλια:

  1. Μου ήρθε αυθόρμητα μια παροιμία που μου έδειχνε το δρόμο από παλιά (όχι ότι την ακολουθούσα πάντα όμως!): Ποτέ μη μετανιώνεις για κάτι που έκανες. Να μετανιώνεις για κάτι που δεν έκανες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σωστά. Ακόμα και στην περίπτωση που μετανιώσεις για κάτι που έκανες, θα είσαι κερδισμένος από όσα τελικά σου έμαθε.

      Διαγραφή